στοιχεία

στοιχεία
Χρόνος έκδοσης: 2003 & 2009, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΤΑΚΗΣ

Παρασκευή 29 Απριλίου 2011

Μια συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα

Μια συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα για το βιβλίο μου "Το παραμύθι των ψυχών" στο περιοδικό INDEX  http://indexonline.gr/site/html/interviews/voula_mastorh.csp  
Μια συνέντευξη με ερωτήσεις τελείως έξω από τα συνηθισμένα! Τις χάρηκα όσο τι! Γι' αυτό και τις μοιράζομαι μαζί σας κι εδώ!

 

 


Βούλα Μάστορη

Συντάκτης
Ελένη Γκίκα
Ημερομηνία
27/4/2011
​“Χρειάζεται να διαθέτεις αυτά τα «αόρατα» μάτια για να οράς το αόρατο. Είναι νόμος της συγγραφής”, υποστηρίζει η Βούλα Μάστορη και μετά από 38 βιβλία για παιδιά, υπογράφει το βιβλίο της ζωής της. Της προσωπικής της ιστορίας αλλά και της Ιστορίας. Στο “Παραμύθι των Ψυχών” όπου το μικρασιατικό γίνεται ρίζα, όραμα, βίωμα, παραμυθία, μυθιστορία, αφήγηση μαγική, και διασώζεται.
Τι ήταν αυτό που σας έκανε να βαφτίσετε την Ιστορία σας και την Ιστορία, παραμύθι, κυρία Μάστορη;
Παραμυθούμαι σημαίνει παρηγορώ, και παραμυθολογώ σημαίνει διηγούμαι φανταστικές ιστορίες, παραμύθια. Θεωρώντας ότι το παραμύθι εμπεριέχει και τις δύο έννοιες, βάφτισα την ιστορία μου «Το παραμύθι των ψυχών», με διττό σκοπό: να παρηγορήσω τον αναγνώστη για το θάνατο –και για την απώλεια γενικότερα– αλλά και για να τον «παραμυθιάσω».
Γιατί επιλέξατε έναν άντρα – τον ένα τελικά και μοναδικό- κι αυτός δίδυμος ε? - να σπάσει την αλυσίδα ή μάλλον να συνεχίσει την αλυσίδα των χαρισματικών γυναικών; Συνέβαλε σ' αυτό το ημερολόγιο του πατέρα σας; Αποτελεί φόρο τιμής σ' αυτόν;
Ως συγγραφέας δημιουργώ άντρες και γυναίκες, τις ψυχές των οποίων ενδύομαι κατά τη διάρκεια της συγγραφής. Υποθέτω ότι στη συγκεκριμένη ιστορία, κάποια στιγμή ο άντρας μέσα μου ζήλεψε το γνώρισμα των χαρισματικών γυναικών και ως συγγραφέας τού το παραχώρησα, έστω και προσωρινά. Οπωσδήποτε στην απόφαση αυτής της παραχώρησης συνέβαλε η επιθυμία μου να δώσω ρόλο-ζωή στον πατέρα μου, στο ημερολόγιο του οποίου βασίζεται και το μυθιστόρημα. Και ναι, τελικά αποτελεί φόρος τιμής σ’ αυτόν.
Για είκοσι χρόνια τα γράμματά του δυσδιάκριτα. Μπορέσατε να τα αποκωδικοποιήσετε όταν αρχίσατε να γράφετε “Το παραμύθι των ψυχών” η ιστορία που γράφουμε, η άλλη που την διαβάζουμε, η Συνάντηση με ζώντες και τεθνεώντες έχουν την ώρα τους;
Πραγματικά για είκοσι χρόνια μετά το θάνατο του πατέρα μου, δεν μπορούσα να διαβάσω τα γράμματά του. Αλλά και το πένθος μου γι’ αυτόν κράτησε ακριβώς τα ίδια χρόνια. Όταν αποφάσισα να γράψω το «Παραμύθι των ψυχών», αποφασισμένη να παρηγορηθώ πρώτα εγώ η ίδια για το θάνατο, το ημερολόγιο μου ανοίχτηκε ως διά μαγείας. Ναι, πρέπει να είχε ωριμάσει ο χρόνος της Συνάντησης ζώντων και τεθνεώντων.
Θα μπορούσε να γραφτεί νωρίτερα “Το παραμύθι των ψυχών”;
Όχι, δε νομίζω. Έπρεπε πρώτα να ωριμάσει ο χρόνος Συνάντησης ζώντων και τεθνεόντων, όπως πολύ σωστά το θέσατε πιο πάνω.
Και τί σημαίνει για σας “Το παραμύθι των ψυχών” κυρία Μάστορη; Αυτογνωσία; Χρέος;
«Το παραμύθι των ψυχών» ήταν για μένα μια επτάχρονη πορεία –διότι τόσα είναι τα χρόνια που το επεξεργαζόμουν– προς την αυτογνωσία και την «ενηλικίωση», και ταυτόχρονα ένας φόρος τιμής προς τον πατέρα μου και τη Μικρασία.
Οι γυναίκες πιστεύετε- από το ένστικτό σας και μόνο, από την συγγένειά τους με την μητέρα φύση- γενικότερα είναι πιο διαισθητικές;
Η λέξη διαίσθηση είναι θηλυκού γένους, και μάλλον δεν έγινε αυτό τυχαία. Είναι περισσότερο πιθανό να συναντήσεις γυναίκα παρά άντρα που κατανοεί με το υποσυνείδητο. Ίσως το γεγονός ότι είναι εν δυνάμει ζωοδότρες να τις καθιστά υπεράνω του λογικού και ως εκ τούτου διαισθητικές.
Ως “παραμύθι” έστω, αλλά μιλάτε για ένα παιδί που χάθηκε και η ψυχή του επανήλθε σε άλλο παιδί. Υπονοείτε το χάρισμα ή και ενδεχομένως την ίδια ακριβώς ψυχή;
Στο παραμύθι, όταν η γυναίκα με «γνώρισμα» πεθαίνει και δεν έχει προλάβει να το κληροδοτήσει σε δική της πρωτοκόρη, ξαναγεννιέται από κάποια άλλη συνηθισμένη γυναίκα και έτσι η αλυσίδα αυτών των χαρισματικών γυναικών συνεχίζεται, με αποτέλεσμα να μη χάνεται ποτέ το θαυμαστό τους «γνώρισμα». Όμως μαζί με το «γνώρισμα» είναι και η ψυχή που δε χάνεται, λέει το παραμύθι, και έγκειται πλέον στον αναγνώστη να εκλάβει αυτό ως παραμυθία ή ως φανταστική ιστορία.
Έρχεται κάποια ώρα στη ζωή που συναντάμε “το άλλο μισό” μας, κυρία Μάστορη;
Πιστεύω ότι υπάρχει το άλλο μας μισό, αλλά αμφιβάλλω αν μας φτάνει μια ζωή για να το συναντήσουμε.
Να πούμε πως αρχίσατε να γράφετε “Το παραμύθι των ψυχών”;
Άρχισα «Το παραμύθι των ψυχών», διότι, μετά από 38 βιβλία που είχα γράψει μέχρι τότε για παιδιά, θέλησα να εκφραστώ και μια φορά ελεύθερα –χωρίς λεκτικές, θεματολογικές ή άλλες δεσμεύσεις που επιβάλλονται λίγο ως πολύ σε ένα κείμενο της παιδικής λογοτεχνίας- και παράλληλα να δοκιμάσω τις δυνάμεις μου σε ένα άλλο κοινό αναγνωστών. Όμως, εκ των υστέρων κρίνοντας, νομίζω πως ήταν μια υποσυνείδητη ανάγκη να... ενηλικιωθώ ως άτομο, διότι, γράφοντας μέχρι τότε για ανήλικους αναγνώστες, ντυνόμουν τις ψυχές των παιδιών-ηρώων μου, αλλά κρατούσα κατά κάποιο τρόπο αυτή την ταύτιση και μετά, ακόμη κι όταν δεν συνέγραφα, και, οχυρωμένη πίσω από την παιδική λογοτεχνία, αρνιόμουν να περάσω στην άλλη πλευρά, την πλευρά των ενηλίκων.
Η διαδικασία του;
Η διαδικασία της γραφής ήταν καθ’ όλα μαγική. Το ημερολόγιο του πατέρα μου έπαψε αυτόματα να μου κρύβει τις λέξεις, οι χάρτινοι ήρωές μου ανέπνεαν και με οδηγούσαν αυτοί στην ιστορία τους, οι πληροφορίες που έψαχνα εμφανίζονταν τυχαία (?) σε εφημερίδες, περιοδικά, διηγήσεις φίλων, και αυτό ακόμη το απλό λεξικό της ελληνικής γλώσσας (το οποίο ανέτρεξα για να βρω τις λέξεις με τουρκική ρίζα) βοήθησε με μαγικό τρόπο, αφού οι λέξεις του ζωντάνευαν, λες, και μου πρότειναν συγκεκριμένες σκηνές.
Πώς βγήκατε απ' αυτό; Αν βγήκατε... και, εξάλλου, γιατί να βγείτε;
Βγήκα από το «Παραμύθι των ψυχών»  κρίνοντας ότι είχα κλείσει ικανοποιητικά τον κύκλο της ιστορίας που είχα ανοίξει μπαίνοντας σε αυτό. Εκ των υστέρων κρίνοντας, θεωρώ ότι η συγγραφή αυτού του βιβλίου ήταν κατά κάποιο τρόπο μια «τελετή» ενηλικίωσής μου.
“Και τα 'ξερε, που λες, όλα αυτά η Λυδία. Το μόνο που δεν ήξερε ήταν πως στην προηγούμενη ζωή της ήταν κόρη της Αντιγόνης του. Αλλά έτσι φαίνεται πως γίνεται. Δεν θυμούνται οι άνθρωποι την προηγούμενη ζωή τους. Ίσως γιατί δεν αντέχουν να ζουν το θάνατό τους ξανά και ξανά. Χμ, το θάνατο ή τη γέννησή τους; Ποιο πονάει ποιο πολύ;” Χμ, καμία απάντηση;
Αποδεχόμενοι ότι ο άνθρωπος αποτελείται από σώμα και ψυχή, πονάνε καταρχήν και τα δύο, διότι με τη γέννηση η ψυχή χάνει την άυλη αθάνατη υπόστασή της και με το θάνατο το σώμα χάνει την ψυχή του. Το ποιο πονάει πιο πολύ, όμως, μόνο κάποιος στα πρόθυρα του θανάτου νομίζω πως μπορεί να κρίνει, και με την προϋπόθεση, πρώτον, ότι αποδέχεται την ύπαρξη της ψυχής και, δεύτερον, ότι τον έχει απασχολήσει το συγκεκριμένο ερώτημα. Εάν επίσης αποδεχτούμε ότι ζούμε περισσότερες από μία ζωές, προσωπικά θα προτιμούσα να θυμόμασταν την προηγούμενη ζωή μας, διότι έτσι θα αποδεχόμουν κάπως το θάνατο.
'Εχετε συναντήσει ή γνωρίσει στη ζωή σας, κάποια Αντιγόνη ή Λυδία, κυρία Μάστορη;
Οι χαρισματικές ηρωίδες μου είναι ιδεατές και παραμυθένιες, αλλά σίγουρα φέρουν ορισμένα χαρακτηριστικά (εξωτερικά και εσωτερικά) γυναικών που έχω πράγματι συναντήσει στη ζωή μου – κάποια, μάλιστα, από αυτά τα γνωρίσματα ανήκουν και σε μένα.
Κάποιος που γράφει είναι έτσι ή αλλιώς Αντιγόνη ή Λυδία; Εφόσον γράφοντας μέσα από τους ήρωές του ζει ζωές και ζωές;
Γι’ αυτό θεωρώ πολύ τυχερό άνθρωπο τον εαυτό μου! Έχω ζήσει και ζω πολλές ζωές μέσω των ηρώων μου τόσα χρόνια που συγγράφω. Και η δική μου ζωή πολλές φορές έχει γίνει και δική τους.
Σαν παραμύθι αντέχεται ο Μικρασιατικός ξεριζωμός, η απώλεια και ο θάνατος, κυρία Μάστορη;
Το παραδοσιακό παραμύθι τελειώνει «Και ζήσαν αυτοί καλά και μεις καλύτερα». Το πόσο μπορεί ένας συγγραφέας να κάνει χρήση αυτού του επιλόγου όταν αναφέρεται στο μικρασιατικό ξεριζωμό, στην απώλεια και στο θάνατο εξαρτάται από τον ειδικό τρόπο που θα έχει προσεγγίσει αυτά τα θέματα. Πάντως, η ζωή έχει αποδείξει ότι ο άνθρωπος αντέχει τα πάντα – δυστυχώς.  
Και σαν το Παραμύθι των Ψυχών με το Χάρισμα- Μνήμη θα συνεχίσει να υπάρχει;
Όπως το «γνώρισμα» των χαρισματικών γυναικών στο «Παραμύθι των ψυχών» κληροδοτείται και δε χάνεται, έτσι θα πρέπει να γίνεται και με τη Μνήμη. Η διατήρησή της είναι ύψιστο καθήκον του λαού κι επιτελείται, εκτός από το μέσο της αφήγησης, με όλες τις μορφές τέχνης – συγγραφή, μουσική, ζωγραφική... Σ’ εμένα έλαχε η συγγραφή και μέσω αυτής κληροδοτώ με το βιβλίο μου στους μεταγενέστερους ό,τι κληρονόμησα από τον πατέρα μου και όλους τους άλλους που άφησαν πίσω τους τις διάφορες μνήμες.
Πόσο καθορίζει, τελικά, η Ιστορία την ιστορία μας, εν τέλει, κι εμάς, κυρία Μάστορη;
Η προσωπική μας ιστορία είναι αναπόφευκτα αλληλένδετη με την Ιστορία, διότι ζούμε τη δική μας ιστορία έτσι όπως διαμορφώνεται μέσα στο ρου της Ιστορίας. Η Ιστορία είναι αυτή που προσδιορίζει την πλοκή της προσωπικής ιστορίας κάθε ατόμου και, όσο πιο αδύναμο είναι αυτό το άτομο, τόσο και πιο πολύ εξαρτάται κι επηρεάζεται η ζωή του από την Ιστορία.
Υπάρχουν “αόρατα” συγγραφικά μάτια; Σας έχει τύχει η ιστορία σας να σας οδηγήσει στο μέλλον ή στην αλήθεια; Ακόμα και να φωτίσει το παρελθόν.
Γιατί το παρελθόν δεν είναι τετελεσμένος χρόνος, κυρία Μάστορη, και για την αποκάλυψή του θα πρέπει να γίνουμε άξιοι κι εμείς;
Χρειάζεται να διαθέτεις αυτά τα «αόρατα» μάτια για να οράς το αόρατο. Είναι νόμος της συγγραφής. Αυτή η συγγραφή επίσης δίνει τη δυνατότητα σε ένα συγγραφέα να ταξιδεύει κατά βούληση μέσα στο χρόνο και να αλιεύει την αλήθεια, φωτίζοντας ενίοτε ένα συσκοτισμένο ή διαστρεβλωμένο παρελθόν. Με αυτή την έννοια το παρελθόν δεν μπορεί να θεωρηθεί τετελεσμένος χρόνος και βέβαια η αποκάλυψή του απαιτεί αξιοσύνη...


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου